ΑΠΟΨΕΙΣ
Άννα Κύνθια Μπουσδούκου
29 Οκτωβρίου 2024
Δεν υπάρχει πια αμφιβολία σχετικά με το γεγονός ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει λάβει τη θέση της στο επίκεντρο των «πολέμων της κουλτούρας» (culture wars) στις ΗΠΑ. Αυτό έχει σοβαρές συνέπειες για την ανθεκτικότητα της δημοκρατίας μας. Οι δεξιοί πολιτικοί και influencers των μέσων ενημέρωσης κατηγορούν τους ριζοσπάστες καθηγητές ότι κατηχούν τους φοιτητές σε αριστερές ιδέες και υποδεικνύουν τους φοιτητικούς όχλους που κάνουν cancel, ακυρώνουν τις προσκλήσεις και καταστέλλουν με οποιονδήποτε άλλο τρόπο τους ομιλητές με τους οποίους διαφωνούν. Οι αριστεροί καθηγητές και φοιτητές κατηγορούν τα πανεπιστήμια ότι είναι ρατσιστικά και ταξικά προκατειλημμένα ιδρύματα, και επιδιώκουν όχι μόνο να «απο-αποικιοποιήσουν» το πρόγραμμα σπουδών, αλλά και να πιέσουν τα πανεπιστήμια να αποσύρουν την χρηματοδότηση από την αστυνομία των πανεπιστημίων, καθώς και να απο-επενδύσουν και να επιβάλουν κυρώσεις στις χώρες που διαπράττουν αδικήματα. Αυτές οι κριτικές, από όλο το πολιτικό φάσμα, μετατρέπονται σε clickbait, προσελκύοντας την προσοχή εκατομμυρίων likes και dislikes.
Η προβολή αυτών των θέσεων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αντιπροσωπεύει μια στρεβλή εικόνα του έργου που επιτελείται τακτικά μέσα στα πανεπιστήμια και αφορά την καθημερινή διδασκαλία που οικοδομεί τη γνώση των φοιτητών και την προετοιμασία τους για τη ζωή τους ως εργαζόμενοι και πολίτες, τον ερευνητικό αντίκτυπο του διδακτικού προσωπικού στην κοινωνία και τα άμεσα οφέλη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για τους επαγγελματίες και τους εταίρους της τοπικής, εθνικής και διεθνούς κοινότητας. Οι διαστρεβλώσεις από τα μέσα ενημέρωσης και τους πολιτικούς φορείς εγκυμονούν κινδύνους για μια ελεύθερη κοινωνία, δεδομένου ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της εύρυθμης λειτουργίας της δημοκρατίας. Όταν οι δύο πλευρές ενός «πολέμου κουλτούρας» αντιπαρατίθενται μεταξύ τους (και σχεδόν πάντα απεικονίζονται μόνο δύο πλευρές), ασκούν πίεση στον τομέα της μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και αφήνουν πολλούς πολίτες να αισθάνονται επιφυλακτικοί απέναντι στην ακαδημαϊκή, επιστημονική και νομική εμπειρογνωμοσύνη. Μια δημοσκόπηση της εταιρείας Gallup που διεξήχθη το 2023 αποκάλυψε ότι μόλις το 36% των Αμερικανών εκφράζει εμπιστοσύνη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ποσοστό μειωμένο κατά σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με μόλις μια δεκαετία νωρίτερα. Αυτή η κατακόρυφη μείωση της εμπιστοσύνης είναι ιδιαίτερα έντονη μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων, αν και η εμπιστοσύνη των Δημοκρατικών έχει επίσης περιοριστεί. Όπως έχω γράψει και αλλού, τόσο η αριστερά όσο και η δεξιά κερδίζουν και χάνουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σήμερα, αποξενώνοντας η μία την άλλη, καθώς και μια μεγάλη μερίδα του κόσμου γενικότερα.
Γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη αντιπαράθεση όσον αφορά τα κολέγια και τα πανεπιστήμια της χώρας μας; Μια πιθανή απάντηση έγκειται στο γεγονός ότι ζούμε σε μια εποχή κορεσμένη από τα μέσα ενημέρωσης, στην οποία οι νέες τεχνολογικές πλατφόρμες διαδίδουν την παραπληροφόρηση όσο ποτέ άλλοτε. Όταν τα media, οι πολιτικοί και οι influencers λειτουργούν στο πλαίσιο μιας διάρθρωσης κινήτρων (incentive structure) για τη γρήγορη διάδοση οποιασδήποτε «είδησης» που υποστηρίζει το brand τους, τότε οι μικρές γκάφες από την πλευρά των φοιτητών, των καθηγητών ή των διοικητικών υπαλλήλων γίνονται viral. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό το ανεξέλεγκτο παιχνίδι έχει προκαλέσει σοβαρή διάβρωση της εμπιστοσύνης στον ακαδημαϊκό χώρο και σε άλλους κοινωνικούς θεσμούς.
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο η τριτοβάθμια εκπαίδευση βυθίζεται σε αντιπαραθέσεις είναι το ολοένα και μεγαλύτερο χάσμα στα οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των Αμερικανών. Η υγεία, ο πλούτος και η ευημερία των πολιτών (συμπεριλαμβανομένων ακόμη και των ποσοστών θνησιμότητας) μπορούν πλέον να προβλεφθούν με μεγαλύτερη ακρίβεια από τα εκπαιδευτικά επιτεύγματα παρά από άλλους κοινωνικούς παράγοντες, όπως η φυλή, το φύλο και η γεωγραφία. Αυτό έχει οδηγήσει όσους δεν έχουν πτυχίο πανεπιστημίου να αισθάνονται ολοένα και μεγαλύτερη μνησικακία απέναντι σε όσους έχουν πτυχίο.
Και οι δύο αυτές κοινωνικές πραγματικότητες υπερκαλύπτονται από το πολωμένο πολιτικό μας περιβάλλον. Οι Αμερικανοί αντιλαμβάνονται την πολιτική όλο και λιγότερο ως ένα πεδίο συζήτησης ουσιαστικών πολιτικών διαφορών και περισσότερο ως ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος που διεξάγεται μεταξύ συντηρητικών και προοδευτικών. Ο πολιτικός κομματισμός αποτελεί πλέον μια ολοκληρωτική «μεγα-ταυτότητα» για τους Αμερικανούς και το αν κάποιος φοιτά στο πανεπιστήμιο –και σε ποιο πανεπιστήμιο– συνδέεται όλο και περισσότερο με αυτές τις μεγα-ταυτότητες.
Σε περίοδο κρίσης, τι μπορούν να κάνουν τα πανεπιστήμια;
Για όλους αυτούς τους λόγους, προκύπτουν αντιπαραθέσεις. Ωστόσο, ενώ οι συγκρούσεις φαίνεται να έχουν φτάσει στο ζενίθ, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι διαμάχες γύρω από την εκπαίδευση υφίστανται εδώ και χιλιετίες. Ο Σωκράτης, άλλωστε, θανατώθηκε επειδή διέφθειρε τα μυαλά των νέων... Με τον ίδιο τρόπο που οι ιστορικοί μας προειδοποιούν να μην πέσουμε στην παγίδα του να πιστέψουμε ότι η τρέχουσα πολιτική εποχή μας είναι η πιο διχαστική στην ιστορία, οι μελετητές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μας υπενθυμίζουν ότι ο συγκεκριμένος τομέας ήταν πάντα ένα επίμαχο πεδίο. Στο παρελθόν, έχει ξαναβρεί το δρόμο για να βγει από το σκοτάδι, και μπορεί να το ξανακάνει.
Σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, αναζητά κανείς εποικοδομητικές ιδέες εντός και εκτός των πυλών των πανεπιστημίων για την αποκατάσταση της υγείας των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τη σταθεροποίηση της δημόσιας εμπιστοσύνης. Τα κολέγια και τα πανεπιστήμια θα πρέπει να επιδιώκουν την ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και του διαλόγου χωρίς αποκλεισμούς μεταξύ όλων των μελών τους και να δίνουν έμφαση στην έρευνα με άμεσες, πραγματικές επιπτώσεις. Οφείλουν να καλωσορίζουν διδάσκοντες, φοιτητές και εξωτερικούς συνεργάτες από ένα ευρύ φάσμα ιδεολογικών προοπτικών και κοινωνικών καταβολών. Θα πρέπει να επιδιώκουν να λειτουργούν ως πλατφόρμες διαλόγου, διαφωνίας και διαβούλευσης –χώροι όπου οι νεότεροι και οι γηραιότεροι μελετητές θα μπορούν να κατανοούν τα δικαιώματά τους στην ελεύθερη έκφραση, αλλά και τις ευθύνες που αναμένονται να επιτελέσουν στις κοινότητές τους. Θα πρέπει να βοηθούν τους φοιτητές, ανεξαρτήτως επαγγελματικών φιλοδοξιών, να αναπτύσσουν δεξιότητες συμμετοχής στη δημόσια ζωή, οι οποίες περιλαμβάνουν τη δυνατότητα να διαφωνούν με σεβασμό και να μην αποφεύγουν τη δυσφορία. Εφόσον τα κολέγια και τα πανεπιστήμια καταφέρουν να κάνουν καλύτερα τα παραπάνω, τότε θα αποκαταστήσουν σιγά-σιγά τις φθορές που έχει προκαλέσει ο σημερινός πόλεμος της κουλτούρας και θα δώσουν τη δυνατότητα στους φοιτητές και σε άλλους να επικεντρωθούν εκ νέου στην κοινή μας δημοκρατική κουλτούρα.
*Το άρθρο γνώμης έχει δημοσιευθεί με αφορμή την επικέιμενη συζήτηση των Διαλόγων του ΙΣΝ, η οποία θα εξετάσει τον ρόλο των πανεμπιστημίων στη σύγχρονη δημοκρατία.